Αγαπητοί μου  αδελφοί,

Eκ των πέντε αισθήσεων του ανθρώπου, η όραση είναι η ευγενέστατη και η πολυτιμότερη αίσθηση του ανθρώπου, γιατί με την όραση ο άνθρωπος βλέπει τον ουρανό και την γή και πάντα τα δημιουργήματα του Θεού Πατρός, και όχι μόνο τα βλέπει, αλλά και τα θαυμάζει!

Λέγοντας εκείνο του Προφητάνακτος Δαβίδ «ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε πάντα εν σοφία εποίησας, επληρώθη η γή της κτίσεώς Σου».

Αυτό το πολυτιμότερο θείο δώρο υστερείτο ο δυστυχής τυφλός της σημερινής ευαγγελικής περικοπής,  πού εφώναζε με δυνατή την φωνή απελπισίας και ζητούσε  από το Μέγα ιατρό της ψυχής και του  σώματος, από το Φώς της Ζωής, τον Κύριο Ιησού, το φως των οφθαλμών του σώματός του.

«Ιησού Υιέ Δαβίδ, ελέησόν με». Δώσε Κύριε το φώς των οφθαλμών μου για να βλέπω εσέ τον ποιητή και πλάστη μου και να δοξάζω την αγαθότητά Σου. Και ο Κύριος που είδε την πίστη του τυφλού αυτού ανθρώπου του λέγει - «ανάβλεψον, η πίστις σου σέσωκέ σε».

Και ώ του θαύματος! Ο ποτέ τυφλός απέκτησε το φως το αισθητό, και συγχρόνως είδε και γνώρισε Εκείνον που τον ελέησε, τον Ιησού, τον υιό του Δαβίδ, τον Μονογενή Υιό και Λόγο του Θεού, πού έγινε άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο.

Είδε - ο παρά την οδό καθήμενος και ζητών ελεημοσύνη τυφλός - με τα μάτια του σώματός του, αλλά και της ψυχής του τον Κύριο της Δόξης Χριστό. Τον ευχαρίστησε για την πολλή ευεργεσία και τον ακολουθεί «δοξάζων τον Θεόν». Σε απάντηση όλων εκείνων που τον μάλωναν να σιωπήσει και να μην ενοχλεί τον Κύριο, «και  οι παράγοντες επετίμων αυτώ ίνα σιωπήση».

Περίεργη η συμπεριφορά των ανθρώπων εκείνων, αλλά όχι και πρωτοφανής. Πάντοτε υπάρχουν άνθρωποι, και στις ημέρες μας υπάρχουν τέτοιοι, πού όχι  μόνο είναι απρόθυμοι να κάμουν οι ίδιοι κάποιο καλό, αλλά προβάλλουν εμπόδια, και προσκόμματα. Η κακία πάντοτε και πανταχού πολεμά την αρετή, όπως ακριβώς το σκοτάδι το φώς.

Η κακία παρουσιάζεται παντού και πάντοτε με διάφορες μορφές και επιζητεί να εισχωρήσει παντού, προκειμένου να σβήσει το φως της αλήθειας και της αρετής, το οποίο διαμορφώνει και αναγεννά χαρακτήρες ανθρώπων κατά Χριστό.

Ο Χριστός χθές και σήμερα, ο αυτός και στους αιώνες, ήλθε εξ’ ουρανών για να ευεργετήσει τον άνθρωπο, τον άνθρωπο κάθε  εποχής, και να χαρίσει το φώς της ζωής, πού είναι το πολυτιμότερο αγαθό, όταν βεβαίως ο άνθρωπος το ζητά και το επικαλείται με πόθο ειλικρινή.

Ο άνθρωπος πού πιστεύει στον Χριστό και έχει πάντοτε στην ζωή του στραμμένο τον νουν του στον νοητό Ήλιο της Δικαιοσύνης και ακούει το Λόγο του Ευαγγελίου, πού είναι φώς, ζωή και αλήθεια, ο άνθρωπος αυτός έχει φώς πνευματικό και περιπατεί στο Φως πού φωτίζει και τον αγιάζει και τον χαριτώνει.

Ο άνθρωπος όμως πού αγνοεί τον Χριστό ή παρακούει τις εντολές του και έχει τον νουν του και την καρδία του στην αμαρτία και λατρεύει τα πάθη της σάρκας και είναι προσκολλημένος στα μάταια και πρόσκαιρα του κόσμου τούτου αγαθά, και είναι τυφλός στην ψυχή, αυτός ο άνθρωπος τι καλό περιμένει, πόνο, θλίψη, στενοχώρια.

Ο άνθρωπος της ανομίας και του σκοταδισμού θέλει να κάνει το σοφό και προοδευτικό με τις διάφορες θεωρίες του παράφρονος τούτου κόσμου που συσκοτίζουν και φανατίζουν τους λαούς με τις ψευδείς  διδασκαλίες τους πού πόρρω απέχουν από την χριστιανική αλήθεια.

Οι άσοφοι αυτοί νεωτεριστές, υπό το πρόσχημα της επιστήμης και της ελευθερίας των συγχρόνων ιδεών τους, εισάγουν νέες αρχές και νέα ήθη και έθιμα και παραχαράσσουν ακόμα και αυτή την ιστορία δείγμα δήθεν πολιτισμού και προόδου των κοινωνιών. Οι των μύθων αυτοί ποιητές έχοντες μέσα τους όχι   Χριστό και ζώντες ουχί την κατά Χριστό ζωή και την αλήθεια, άλλα πράττουν και ενεργούν «ως ανόητοι και βραδείς τη καρδία».

Των ανθρώπων αυτών το μίσος και η κακία είναι τόσο εμπαθής κατά της χριστιανικής αληθείας, που χωρίς φόβο και πάθος διακηρύττουν ότι, η εποχή αυτή είναι εποχή της προόδου και της επιστήμης, είναι εποχή των φώτων, των τεχνών και των ηλεκτρονικών επιτευγμάτων και κατά ακολουθία οι των μύθων αυτών ποιητές, μη πιστεύοντας στον Θεάνθρωπο Κύριο, στον Ήλιο της Δικαιοσύνης, δεν δέχονται την διδασκαλία του Ευαγγελίου πού είναι φως, ζωή και αλήθεια, και την οποία γνώρισε ο τυφλός της σημερινής ευαγγελικής περικοπής.

Η χριστιανική πίστη, που είναι αλήθεια, φως και ζωή, καταδιώχθηκε και καταδιώκεται από την κακία πολλών ανθρώπων, οι οποίοι δεν θέλουν να επικρατήσει στον κόσμο η αγάπη, η αλήθεια, το φώς του Χριστού, αλλά επιζητούν και επιδιώκουν το σκοτάδι, την ανομία, το ψεύδος, το μίσος και την κακία.

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Ζεί Κύριος, ζει και ο λαός αυτού.

Στο δρόμο της ζωής μας πολλοί άσοφοι του κόσμου τούτου, πολλές  φορές θα μας εμποδίσουν να προσέλθουμε και με πόθο να πλησιάσουμε τον Χριστό, τον μόνον αληθινό Θεό και να ζητήσουμε να μας φωτίσει με το ανέσπερο φως Του, το φώς της αληθείας Του.

Εμείς όμως εξαγοραζόμενοι τον καιρό, καθ’ ότι οι μέρες είναι πονηρές, ως ο τυφλός του ευαγγελίου, ας επιμείνουμε και ας αγωνιζόμαστε να βαδίζουμε τον δρόμο του Χριστού πού φωτίζει, αγιάζει και χαριτώνει τον άνθρωπο, και ας μη  παρασυρόμαστε από τα ρεύματα της κακίας και από τις φωνές της  ασεβείας, πού είναι παγίδες του Σατανά, αλλά «ενδυναμούσθαι εν Κυρίω και εν τω κράτει της ισχύος Αυτού». ΑΜΗΝ.    Ο Λ.Κ.Α.Π.