«Ιησού, υιέ του Δαυῒδ ελέησέ με! Ιησού Χριστέ, Βασιλιά μου, σπλαχνίσου με! Κύριε Ιησού ελέησέ με!»
Αυτή είναι η συγκλονιστική κραυγή του τυφλού ζητιάνου της Ιεριχώ, την οποία βαθιά μέσα από την καρδιά του αναπέμπει σήμερα στον Κύριο. Είναι ελάχιστες οι λέξεις αλλά παντοδύναμες. Βγαίνουν από τα χείλη ενός ταπεινού ζητιάνου, αλλά έχουν πλούτο πίστης και ομολογίας. Αυτός που φωνάζει είναι τυφλός, αλλά το πνεύμα του είναι πλήρες από το φως της αποκάλυψης και της αναγνώρισης του Χριστού. Πλήθη λαού περιβάλλουν εκείνη την στιγμή τον Κύριο, αλλά μόνο ένας έχει την διάκριση και την πίστη να Τον αποκαλεί Κύριο και Βασιλιά!
O Ιησούς πλησίαζε στην Ιεριχώ, ένας τυφλός καθόταν στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε. Όταν άκουσε το πλήθος που περνούσε, ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Του είπαν ότι περνάει ο Ιησούς ο Ναζωραίος. Τότε εκείνος άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Ιησού Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου με!». Αυτοί που προπορεύονταν τον μάλωναν να σωπάσει, εκείνος όμως φώναζε ακόμη πιο δυνατά: «Υιέ του Δαβίδ, σπλαχνίσου με!». Τότε ο Ιησούς στάθηκε κι έδωσε εντολή να τον φέρουν κοντά του. Αυτός πλησίασε, κι Εκείνος τον ρώτησε: «Τι θέλεις να σου κάνω;». «Κύριε, θέλω ν’ αποκτήσω το φως μου». Και ο Ιησούς του είπε: «Ν’ αποκτήσεις το φως σου! Η πίστη σου σε έσωσε». Αμέσως ο τυφλός βρήκε το φως του κι ακολουθούσε τον Ιησού δοξάζοντας τον Θεό. Κι όλος ο κόσμος, όταν τον είδε, δοξολογούσε το Θεό.
Ο πρώην τυφλός ήταν στο περιθώριο της ζωής και η κατάσταση της υγείας του ήταν ανίατη και απελπιστική. Ωστόσο δεν έχασε την θέρμη της πίστης και της ελπίδας. Σιγόκαιγε μέσα του η φωτιά ότι ο Θεός στον οποίο πίστευε και παράθετε κάθε στιγμή την ζωή του στα χέρια Του, θα οικονομούσε την σωτηρία του εν καιρώ. Ήταν μια καλλιεργημένη πνευματικά ψυχή με ευαίσθητες κεραίες, οι οποίες αντιλήφθηκαν ακαριαία την αποστολή και την φύση του Ιησού Χριστού. Έφτασε μόνο να πληροφορηθεί ότι περνούσε ο Ιησούς από εκεί για να χτυπήσει η καρδιά του και να Τον αναγνωρίσει ως Θεό Κύριο. Ήταν βέβαιος ότι ο Ιησούς ήταν ο Κύριος, ο οποίος επισκέφθηκε τον λαό Του, λύτρωση την οποία απέστειλε ο Θεός τω λαώ Αυτού. Και κοντά στα άλλα ήταν γενναίος και επίμονος, γιατί δεν φοβήθηκε το πλήθος που τον μάλωνε, αλλά περισσότερο φώναζε για να εισακουστεί και δεν υπολόγιζε την κρίση των ανθρώπων, εμπόδια και ψεύτικη ευπρέπεια. Αλλά και ο Κύριος ανάμεσα σε τόσο κόσμο που τον συνόδευε και τον δοξολογούσε ως ερχόμενο Βασιλιά, στην πορεία προς τα Ιεροσόλυμα, αυτή την μοναδική ψυχή διέκρινε ανάμεσα σε όλες. Ανάμεσα σε χιλιάδες! Και τον πλησίασε και του έδωσε την ίαση και το φως του και τον έκανε παράδειγμα πίστης στον λαό και αφορμή να δοξαστεί ο Θεός στην περίπτωση του.
Γνωρίζουμε όλοι από την παράδοσή μας ότι η επίμονη και σταθερή επίκληση του ονόματος του Ιησού, η γνωστή ευχή του Ιησού, όταν γίνεται με πίστη, άσκηση και καθαρότητα καρδιάς, έχει θαυμαστά αποτελέσματα. Η προσευχή αυτή περικλείει ομολογία (Κύριε), ευχαριστία και θερμή αγάπη (Ιησού), θεολογία (Χριστέ) και προ πάντων ταπείνωση (ελέησόν με). Και στην πιό σύντομη μορφή της, το «Κύριε Ελέησον», δεσπόζει μέσα στην Θεία Λατρεία.
Η ευχή μας θέτει όλους στην θέση του επαίτη, του ζητιάνου γιατί προσβλέπουμε μόνο στο έλεος του Ιησού, τον οποίο ομολογούμε μοναδικό και Παντοδύναμο Θεό. Δείχνει απελπισία για τις δυνατότητές μας και εξάρτηση μόνον από το Άγιο θέλημα του Θεού. Δεν αφορά μόνο τους ασκητές και μοναχούς, αλλά κάθε προσευχόμενο και ευσεβή χριστιανό. Γι’ αυτό οφείλουμε να την καλλιεργούμε ταπεινά και ήσυχα στην καρδιά μας, στα χείλη, στο νου μας κάθε μέρα, κάθε στιγμή. Αυτή η προσευχή ενεργεί, θερμαίνει, ανοίγει την ύπαρξή μας στον Χριστό. Ετοιμάζει χώρο στον Χριστό. Έτσι ανατέλλει μέσα μας το φως το αληθινό και έτσι δοξολογείται αληθινά ο Θεός, μέσα από φωτεινές υπάρξεις. Όπως η ύπαρξη του δικαίου τυφλού της σημερινής περικοπής. Ο Κύριος θα μας αναγνωρίσει ανάμεσα σε πλήθη λαού αν θερμαίνουμε την καρδιά μας συνεχώς με την δύναμη αυτής της ευχής. Είναι η κραυγή, η θερμή της αγάπης, η οποία ενεργείται μέσα στην σιωπή και όμως έχει ασύγκριτα μεγαλύτερη δύναμη από όλες τις βοερές κραυγές του κόσμου.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως